XIAOMI REDMI 6

XIAOMI REDMI 6

Όταν πήρα στα χέρια μου το Redmi Go, ένιωσα πως η Xiaomi έκανε… «πισω-γυρισμό». Όχι επειδή επέστρεψε σε παλιές ιδέες, αλλά επειδή αποφάσισε να θυμηθεί πόσο απλή μπορεί να είναι μια εμπειρία smartphone — χωρίς τις μεγάλες απαιτήσεις, χωρίς τους εντυπωσιασμούς, απλώς ένα «εργαλείο» που κάνει αυτό που πρέπει.

Όταν μάλιστα το εγχώριο λανσάρισμα του μοντέλου έγινε στην Ελλάδα, με κόστος πολύ χαμηλότερο από ό,τι βλέπουμε συνήθως για καινούργιο κινητό, η προσδοκία ήταν ότι θα το χρησιμοποιούσα ως «δεύτερο» ή ως βασικό για έναν λιγότερο απαιτητικό χρήστη.

Και η πραγματικότητα, μετά από μια εβδομάδα, με επιβεβαίωσε — αλλά με κάποιες επιφυλάξεις.

Η πρώτη αίσθηση: μικρό μέγεθος, ξεκάθαρα entry-level κατασκευή, αλλά όχι «φτηνιά» αίσθηση. Με οθόνη 5 ιντσών και σώμα σχετικά συμπαγές, το κινητό είναι άνετο στο χέρι — λιγότερο «tablet» και περισσότερο «τηλέφωνο».

Είναι σχεδόν ξεκούραστο στο κράτημα, κάτι που μου θύμισε πιο παλιάς σχολής συσκευές, όπως εκείνη τη σειρά των Redmi 5A ή Redmi 6A: μοντέλα που η εταιρεία παρουσίαζε ως πολύ οικονομικές επιλογές.

Αλλά εδώ, η διάθεση είναι πιο «γυμνή» — αυτή τη φορά δεν έχουμε «Redmi Note» εφέ αλλά κάτι που αφορά ακριβώς το «μίνιμουν» της εμπειρίας.

Καθώς άρχισα να το χρησιμοποιώ, γρήγορα διέκρινα τα δυνατά σημεία του. Η οθόνη HD, αν και δεν σε αφήνει με το στόμα ανοιχτό, είναι επαρκής για χρήση WhatsApp, μηνύματα, browsing — και κάτω σε φωτεινότητα εσωτερικού χώρου τα πράγματα πηγαίνουν καλά.

Στην εξωτερική χρήση όμως, υπό έντονο ηλιακό φως, έγινε εμφανές πως η φωτεινότητα και η ομοιομορφία του φωτισμού θα μπορούσαν να είναι καλύτερα — όπως είδα σε πιο αναλυτικές μετρήσεις που μιλούν για ~340 nits και 77% κατανομή φωτός όπως στο Notebookcheck. Αυτό σημαίνει πως σε ένα ελληνικό απόγευμα με αρκετό ήλιο, χρειάστηκε να ανεβάσω τη φωτεινότητα αρκετά για να βλέπω άνετα.

Με τη μικρή οθόνη όμως έρχεται και ένα πλεονέκτημα: η χρήση με το ένα χέρι είναι ευκολότερη, δεν είναι κουραστική στην τσέπη, και ένιωθα ότι δεν «κρατώ» ένα μεγάλο κομμάτι γυαλιού. Κάποιος που θέλει κάτι απλό — και γρήγορα να κάνει τα βασικά — θα το εκτιμήσει πολύ.

Όμως, η πραγματική έκπληξη για μένα ήταν το λογισμικό. Το Redmi Go τρέχει την έκδοση Android Go, μια πιο «ελαφριά» έκδοση του Android σχεδιασμένη για συσκευές με χαμηλή μνήμη και αποθήκευση.

Αυτό σημαίνει πως, παρά το γεγονός ότι διαθέτει μόνο 1 GB RAM (και 8 ή 16 GB αποθηκευτικού χώρου) η εμπειρία ήταν αρκετά πιο ομαλή απ’ ό,τι περίμενα — όταν η χρήση περιορίζεται στα βασικά.

Δεν ήταν «κολλημένη», δεν αναγκάστηκε να κλείσει εφαρμογές συνεχώς. Προφανώς, σε σχέση με τα μοντέλα της Xiaomi όπως το Xiaomi Redmi Note 14 ή το Xiaomi Redmi A5, όπου υπάρχουν πολύ καλύτεροι επεξεργαστές, περισσότερη RAM, πιο σύγχρονα χαρακτηριστικά, η διαφορά είναι ορατή.

Αλλά αυτό το μοντέλο δεν έχει ως στόχο να «ανταγωνιστεί» αυτά — έχει ως στόχο να είναι ένα «χωρίς πολλές απαιτήσεις» smartphone.

Καλές οι εντυπώσεις λοιπόν, αλλά σύντομα ήρθαν και τα «όρια». Το multitasking είναι περιορισμένο — όταν άνοιξα αρκετές καρτέλες browser, social apps, video streaming και ταυτόχρονα φωτογραφίες, τότε είδα καθυστερήσεις.

Τα animations του συστήματος δεν ήταν πάντα ρευστά και μερικές φορές το κινητό είχε μικρά «παγώματα». Δεν ήταν κάτι τραγικό — απλώς φανέρωσε τη φυσική του θέση στην κατηγορία του. Όπως σχολιάζει μια κριτική: «…the meager RAM of only 1 GB is a restriction… modern graphical interfaces are missing too since this is still an entry-level smartphone».

Η κάμερα; Παραμένει στο «γενικά επαρκές» πεδίο. Η πίσω κάμερα των 8 MP με f/2.0 και η μπροστινή των 5 MP, σε καλό φωτισμό αποδίδουν — έβγαλα εικόνες στην Αθήνα, με καλό φως, και η λεπτομέρεια και τα χρώματα δεν απογοήτευσαν.

Η πραγματικότητα όμως είναι πως σε εσωτερικούς χώρους ή τη νύχτα τα πράγματα «πέφτουν». Ο θόρυβος ανεβαίνει, η λεπτομέρεια χάνεται. Όχι έκπληξη — αλλά είναι καλό να το έχει κανείς στο μυαλό του.

Το βίντεο περιορίζεται σε 1080p στα 30fps, χωρίς σταθεροποίηση, επομένως η εμπειρία δεν είναι ίδια με πιο ακριβά Xiaomi. Είναι σα να μιλάς για το «βασικό» σκέλος της κάμερας — και αυτό είναι απολύτως λογικό.

Η μπαταρία των 3.000 mAh έδειξε πιο ανθεκτική απ’ ό,τι περίμενα για τα δεδομένα της κατηγορίας. Με τη χρήση μου (κλήσεις, social apps, λίγη πλοήγηση), έβγαζε άνετα την ημέρα — και έφτανε έως και το βράδυ χωρίς φόρτιση.

Σε πιο εντατική χρήση όμως, όπως streaming ή πολλές εφαρμογές, έπεσε πιο γρήγορα. Αυτό είναι αναμενόμενο. Σημειώνω πως η φόρτιση γινόταν μέσω micro-USB και δεν υπάρχει υποστήριξη ταχυφόρτισης — χρειάστηκε περίπου ~2½-3 ώρες για πλήρη φόρτιση.

Για έναν μέσο χρήστη που δεν «σερφάρει» ασταμάτητα, αυτό είναι αποδεκτό — αλλά για όσους ζητούν αυτονομία και ταχύτητα φόρτισης, θα υπάρχουν συμβιβασμοί.

Με τις συνδέσεις και τις δυνατότητες, η εμπειρία ήταν ικανοποιητική. Διπλή SIM, τα βασικά δίκτυα LTE, WiFi στο 2.4GHz — φυσικά δεν υποστηρίζει 5GHz WiFi — αλλά σε καθημερινή χρήση αυτό δεν με ενοχλήσε.

Ο ήχος, μέσω ακουστικών και εξωτερικού ηχείου, ήταν επαρκής — τίποτα φοβερό αλλά επαρκές για τιμή. Οι αισθητήρες βασικοί (εγχύσεις, εγγύτητα), GPS/GLONASS λειτουργούσαν καλά. Η Xiaomi δεν έχει ενσωματώσει κάποιες επιπλέον «πολυτέλειες», αλλά για τα χρήματα αυτό δεν αποτελεί έκπληξη.

Ένα στοιχείο που εκτίμησα ήταν η δουλειά της Xiaomi να «ξεφορτώσει» το λογισμικό από περιττά πράγματα. Σε σύγκριση με μοντέλα όπως το Redmi Note 14 ή άλλα της σειράς Redmi που έχουν «βαριά» UI, animations, πολλές επιλογές και χαρακτηριστικά, το Redmi Go είναι πιο απλό — και για κάποιον που δεν θέλει «όλα τα φρου-φρου», αυτό είναι πλεονέκτημα.

Ωστόσο, αν επρόκειτο να κάνω σύγκριση με ένα αμέσως πιο «εξελιγμένο» μοντέλο της ίδιας εταιρείας — για παράδειγμα το Redmi A5 — θα έλεγα ότι εκεί βρίσκεις λίγο καλύτερη απόδοση, περισσότερη RAM, πιο σύγχρονη οθόνη, και λίγο μεγαλύτερη «αντοχή στον χρόνο».

Με το Redmi Go, η πρόταση είναι «καλή σήμερα για τα βασικά» αλλά αμφιβάλω πόσο «καλή θα είναι αύριο» με τις εφαρμογές που συνεχώς μεγαλώνουν. Και αυτό ακριβώς είναι η «σύμβαση» που πρέπει να κάνεις όταν το αγοράζεις.

Μετά από μια εβδομάδα λοιπόν, το συμπέρασμά μου είναι πως το Redmi Go εκπληρώνει το ρόλο του — δεν υπόσχεται λουξ εμπειρία, αλλά τηρεί τις υποσχέσεις του: ένα φθηνό, απλό, λειτουργικό smartphone για την επικοινωνία και το διαδίκτυο.

Αν υπήρχε κάτι που θα ήθελα να δω βελτιωμένο, αυτό θα ήταν η RAM (1 GB είναι πολύ χαμηλό όριο πια), η αποθήκευση (8 GB θα γεμίσουν γρήγορα) και ίσως μια φωτεινότερη οθόνη για χρήση σε έντονο φως.

Τελικά, για κάποιον που θέλει «μη-πολυτέλειες» και απλώς ένα τηλέφωνο για να μην εξαρτάται από παλαιότερα feature-phones, το Redmi Go είναι μια από τις πιο λογικές επιλογές στην αγορά. Αν όμως ζητάς «λίγο παραπάνω» — καλύτερη κάμερα, μεγαλύτερη οθόνη, περισσότερα apps — τότε μπορείς να κοιτάξεις ένα κλικ πιο πάνω στην γκάμα της Xiaomi.

Σε μια εποχή όπου βλέπουμε τη σειρά Redmi να κυκλοφορεί μοντέλα όπως το Redmi Note 14 με τεχνολογίες αιχμής, υψηλές ταχύτητες, πολλές κάμερες και μεγάλες RAM/αποθηκεύσεις, το Redmi Go κρατάει μια άλλη θέση. Είναι η υπενθύμιση ότι, πριν όλα γίνουν «τεράστια», κάποιοι απλώς χρειάζονταν ένα απλό και αξιόπιστο τηλέφωνο.

Αν κοιτάξεις το πορτοφόλι σου, τις ανάγκες σου και είσαι έτοιμος να κάνεις τον συμβιβασμό, θα το βρεις ένα «καλό φίλο» για την καθημερινότητα. Αν όχι, η σειρά Redmi έχει πολλές επιλογές πιο εξελιγμένες — και είναι καλό να τις εξετάσεις.